μαζεύω

μαζεύω
και μαζεύγω (Μ μαζεύω)
1. συναθροίζω, συλλέγω (α. «μια μέρα τήν εκοίταξε που εμάζευε λουλούδια», Κρυστ.
β. «μαζεύει παλαιά γραμματόσημα»)
2. συγκεντρώνω («μάζεψαν πολύ κόσμο»)
3. εισπράττω («βγήκε πάλι να μαζέψει τα ενοίκια»)
νεοελλ.
1. αποταμιεύω («έχει μαζέψει αρκετά»)
2. σηκώνω κάτι που έπεσε ή που βρίσκεται καταγής («μάζεψε το πανωφόρι σου που έπεσε»)
3. περιθάλπω («απ' τον δρόμο σέ μάζεψα»)
4. συστέλλω, συμπτύσσω (α. «μάζεψαν τα πανιά τού καϊκιού» β. «το σαλιγκάρι μαζεύτηκε στο καβούκι του»
5. τακτοποιώ («πρέπει να μαζέψω λίγο το σπίτι»)
6. (για υφάσματα) στενεύω και κοντένω, ζαρώνω, μπαίνω («με το πρώτο πλύσιμο η μπλούζα μάζεψε»)
7. περιορίζω, χαλιναγωγώ (α. «μάζεψε τη γλώσσα σου» β. «παντρεύτηκε και μαζεύτηκε»)
8. (για πληγή, εξάνθημα κ.λπ.) σχηματίζω πύον, εμπυάζω («το δάχτυλο μάζεψε»)
9. (μεσοπαθ.) μαζεύομαι
α) επανέρχομαι στο σπίτι («το βράδι να μαζευτείς νωρίς»)
β) περιορίζω τις δαπάνες μου («μαζευτήκαμε για να κάνουμε λίγη οικονομία»)
10. φρ. α) «τού 'χω πολλά μαζεμένα» — έχω πολλά παράπονα εναντίον του ή είμαι πολύ οργισμένος μαζί του
β) «μαζεύει γράμματα για τους αποθαμένους» ή «μαζεύει υπογραφές» — βρίσκεται στα πρόθυρα τού θανάτου, είναι μελλοθάνατος
γ) «τού μάζεψα τα λουριά» — τόν περιόρισα, τόν έβαλα σε πειθαρχία
δ) «μαζεύω τα φτερά μου» — περιορίζω την έπαρσή μου
11. παροιμ. «μάζευε κι ας είν' και ρώγες» — πρέπει κάποιος να κάνει αποταμίευση ακόμη κι αν τα ποσά είναι ασήμαντα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὁμαδεύω (πρβλ. «ὁμαδεύειν
ἀθροίζειν» Ησύχ.) με παρετυμολογική σύνδεση προς τα μάζα, μαζώνω].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • μαζεύω — μαζεύω, μάζεψα βλ. πίν. 17 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • μαζεύω — και μαζώνω μάζεψα και έμασα, μαζεύτηκα, μαζεμένος, μτβ. 1. συλλέγω, συναθροίζω, συγκεντρώνω: Μάζευε κόσμο για την προεκλογική εκστρατεία. 2. αποταμιεύω: Μάζεψε λεφτά από τα κάλαντα. 3. σηκώνω κάτι από κάτω: Μάζεψα τα ρούχα που ήταν πεταμένα στο… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αγουρομαζεύω — μαζεύω τους καρπούς άγουρους, αγουροκόβω* …   Dictionary of Greek

  • σακουλομαζώνω — Ν 1. μαζεύω κάτι μέσα σε σακούλι ή μαζεύω κάτι με την σακούλα 2. μαζεύω τα σακούλια μου, δηλαδή τις αποσκευές μου 3. παροιμ. «άκουγε γριά, και γροίκα και σακουλομάζωνε» λέγεται για εκείνους που εκδιώχθηκαν αντικανονικά από μια θέση ή υπηρεσία.… …   Dictionary of Greek

  • συναγείρω — ΝΜΑ συναθροίζω, συνάγω (α. «μπόρεσαν να συναγείρουν όλο τον κόσμο» β. «ξυνήγειρε θεοὺς πάντας ἐς τὴν... οἴκησιν», Πλάτ.) νεοελλ. καλώ αιφνιδίως σε σύναξη, σηκώνω στο πόδι αρχ. 1. μαζεύω στράτευμα («συναγείραντες τοὺς συμμάχους», Πολ.) 2. φέρνω… …   Dictionary of Greek

  • αμέργω — (Α ἀμέργω) (ενεργ. και μέσ. με την ίδια σημασία) κόβω, δρέπω, μαζεύω από το δέντρο, τρυγώ. [ΕΤΥΜΟΛ. Λέξη από την τεχνική ορολογία που τελικά περιέπεσε σε αχρηστία. Το ρήμα σημαίνει συνήθως «μαζεύω, συλλέγω» υποδηλώνοντας κυρίως την έννοια «αποσπώ …   Dictionary of Greek

  • αναλέγω — (Α ἀναλέγω, Μ ἀναλέγομαι) [λέγω (ΙΙ)] μσν. νεοελλ. εκλέγω, διαλέγω νεοελλ. Ι. ενεργ. 1. τυλίγω, περιτυλίγω 2. μαλώνω, επιπλήττω 3. διανύω, ανεβαίνω, σκαρφαλώνω, τρέχω ΙΙ. μέσ. 1. διηγούμαι, εξιστορώ 2. αναλογίζομαι, σκέφτομαι 3. αισθάνομαι τάση… …   Dictionary of Greek

  • αναμηρύομαι — ἀναμηρύομαι (ΑΜ) 1. τυλίγω, μαζεύω (κλωστή κ.λπ.) 2. συνοψίζω, ανακεφαλαιώνω 3. επαναλαμβάνω. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα * + μηρύομαι «μαζεύω, τυλίγω, παρατάσσω»] …   Dictionary of Greek

  • είλω — εἴλω και εἰλῶ ( έω) και ἴλλω (Α) 1. περικλείω, πιέζω 2. εμποδίζω, προλαβαίνω («Διὸς βουλῇσιν ἐελμένος», Ιλ.) 3. εγκλείω, καλύπτω, προστατεύω («ὑπ ἀσπίδος ἄλκιμον ἦτορ ἔλσας», Καλλίνος) 4. συμπιέζω, συνθλίβω (π.χ. ελιές ή σταφύλια) 5. (για άνθρωπο …   Dictionary of Greek

  • επιρρωγολογούμαι — ἐπιρρωγολογοῡμαι, έομαι (Α) 1. μαζεύω μετά τον τρύγο τις ρώγες που έμειναν 2. (το ενεργ. κατά τον Ησύχ.) «ἐπιρρωγολογοῡσι καλαμῶνται τὸν ἀμπελῶνα». [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ρωξ, ρωγός «ρώγα του σταφυλιού» + λογούμαι, τού λογώ* «μαζεύω»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”